阅读:8220回复:5

[语言交流]现代希腊语朗读示范 《伊利亚特 前300行》

楼主#
更多 发布于:2009-12-01 02:22
给大家听一个现代希腊语朗读示范

文本是经翻译为现代希腊语的《伊利亚特》前300行
如下:

Μούσα, τραγουδά το θυμό του ξακουστού Αχιλέα,
τον έρμο ! π' όλους πότισε τους Αχαιούς φαρμάκια,
και πλήθος έστειλε ψυχές λεβέντικες στον Άδη
οπλαρχηγώνε, κι' έθρεψε με τα κορμιά τους σκύλους
κι' όλα τα όρνια (του Διός έτσι είχε η γνώμη ορίσει),        5
απ' την αρχή σαν πιάστηκε με το γοργό Αχιλλέα
τ' Ατρέα ο πρωταφέντης γιος και χώρισαν οι διό τους.
Πιός τάχα λες τους έσπρωξε θεός να λογοφέρουν;
Του Δία ο γιος και της Λητός, που με τον Αγαμέμνο
θύμωσε κι' έρηξε κακή μες στο στρατό πανούκλα,        10
και κόσμος πέθαινε, γιατί στο λειτουργό το Χρύσα
δε θέλησε τ' Ατρέα ο γιος λίγη σπλαχνιά να δείξει.
Γιατί ήρθε αφτός στα γλήγορα των Αχαιών καράβια
να λευτερώσει θέλοντας την κόρη του, και πλούσια
είχε μαζί του ξαγορά, και κράταε στα διό χέρια
πάς στο χρυσόφτιαστο ραβδί, τ' Απόλλου τα στεφάνια,
κι' όλους τους άλλους Αχαιούς θερμοπερικαλούσε,        15
μα τα πρωτάτα πιο πολύ, τους διό τους γιους τ' Ατρέα
« Τ' Ατρέα οι γιοί κι' οι άλλοι εσείς χαλκοπλισμένοι Αργίτες,
» σ' εσάς να δώσουνε οι θεοί να μπείτε στου Πριάμου
» το κάστρο, και στα σπίτια σας με το καλό να σύρτε·
» όμως κι' εμένα δώστε μου την κόρη μου, και πάρτε        20
» την ξαγορά της, έτσι ο γιος να σας βοηθάει του Δία ! »
Τότες με σέβας φώναξαν οι άλλοι Αργίτες όλοι
« πάρτε την ώρια ξαγορά, το γέρο σπλαχνιστείτε ! »
μα αφτή η βουλή δεν τ' άρεσε του βασιλιά Αγαμέμνου,
παρά τον έδιωξε άσκημα κι' είπε σφιχτό 'να λόγο        25
« Τήρα εγώ, γέρο, μη σε βρω τριγύρω στα καράβια
» για τώρα ν' αργοστέκεσαι για πίσω να κοπιάσεις,
» μη δε σε σώσει ούτε ραβδί ούτε θεού στεφάνι.
» Την κόρη δεν τη δίνω εγώ !... παρ' όταν πια γεράσει
» απ' την πατρίδα της μακριά, στο σπιτικό μου, στ' Άργος,        30
» τη μέρα με τον αργαλιό, τη νύχτα στο πλεβρό μου...
» Μα σύρε ! μη μ' ανάφτεις πια αν θες γερός να φύγεις ! »
Είπε, κι' ο γέρος σκιάχτηκε κι' αγρίκησε το λόγο.
Και πήρε με βαριά ψυχή την αμμουδιά άκρη άκρη
του πολυτάραχου γιαλού, κι' έτσι όλο με κατάρες        35
της πυκνοπλέξουδης Λητός το γιο περικαλούσε
« Άκου με, αργυροδόξαρε, εσύ που διαφεντέβεις
» την Κίλλα με το τόσο βιός και το νησί της Χρύσας,
» και που φυλάει την Τένεδο τ' ανίκητό σου χέρι.
» Σμιθέα ! αν στόλισα κι' εγώ την όμορφη εκκλησά σου,
» αν σούκαψα καμιά βολά μεριά γιομάτα πάχος        40
» αρνιών και τάβρων, ξάκουσ' τον τώρα μου αφτό τον πόθο·
» με σαϊτιές σου οι Δαναοί τα δάκρια ας μου πλερώσουν ! »
Είπε, και την κατάρα εφτύς συνάκουσε ο Απόλλος.
Και βράζοντας οχ του βουνού κατέβηκε τις ράχες,
με το δοξάρι κρεμαστό και τη σαϊτοθήκη.        45
Βρόντηξαν, όταν με θυμό τινάχτηκε, οι σαίτες
στις πλάτες του. Και πάγαινε θολός σα μάβρη νύχτα,
Έπειτα αλάργα κάθεται απ' το στρατό και ρήχνει,
κι' άχησε ο κρότος σκιαχτερός οχ τ' αργυρό δοξάρι.
Μουλάρια πρώτα θέριζε κι' ασπροτριχάτους σκύλους,        50
μα και τους άντρες έπειτα με τις πικρές σαΐτες
βαρούσε· κι' όλο καίγανε πολλές φωτιές νεκρώνε.
Μέρες εννιά πυκνόπεφταν μες στο στρατό οι σαΐτες,
μα αφτού στις δέκα συντυχιά κηρύχνει ο Αχιλέας,
γιατί τον φώτισε η θεά, η κρουσταλλόκορφη Ήρα,        55
τι θλίβουνταν τους Αχαιούς σα θώραε που πεθαίνουν.
Κι' οι κράχτες σαν τους φώναξαν και μαζωχτήκαν όλοι,
σηκώθηκε ο γοργόποδος γιος του Πηλιά κι' έτσι είπε
« Τ' Ατρέα γιε, τώρα πια εμείς θαρρώ τη στράτα πάλι
» θα πάρουμε και πίσω ομπρός στα σπίτια μας θα πάμε,        60
» πρώτα απ' το θάνατο αν σωθεί κανείς μας, αν είναι έτσι
» να μας θερίζει ο πόλεμος και να μας τρώει η πανούκλα.
» Μον έλα κάνας λειτουργός ας ρωτηθεί ή προφήτης,
» ή κι' ονειράτων ξηγητής —κι' αφτά τα στέλνει ο Δίας—
» που να ξηγήσει τι μαθές μας χόλιασε έτσι ο Φοίβος,
» μην τούλειψε εκατοβοδιά, μην τάμα ξεχασμένο,        65
» αν θέλει μαλλιαρά απ' αρνιά και τάβρους ίσως τσίκνα
» να λάβει, κι' απ' το φοβερό χαμό να μας γλυτώσει. »
Έτσι είπε αφτός και κάθησε. Κι' απάνου τότε ο Κάρχας
σηκώθη, ο πιο βαθύτερος απ' τους προφήτες όλους
που κάτεχε όλα — τωρινά, στερνά, και περασμένα—        70
και με τη μαντοσύνη του, που ο γιος του Δία ο Φοίβος
τον προίκισε, έδειξε της Τριάς το δρόμο στα καράβια.
Αφτός με το σοφό του νου τους μίλησε έτσι κι' είπε
« Γιε του Πηλέα, ας θες εγώ, του Δία αγαπημένε,
» να πω τ' Απόλλου το θυμό, του προφυλάχτη αφέντη,        75
» καλά, στον λέω· όμως και συ ορκίσου μου και τάξε
» να με βοηθήσης πρόθυμα με λόγο και κοντάρι.
» Κάποιος θαρρώ θα πειραχτεί που τους Αργίτες όλους
» τους ξεπερνάει σε δύναμη κι' ο λόγος του αγρικιέται.
» Γιατί νικάει ο άρχοντας μ' αδύναμο αν μαλώσει,        80
» και το θυμό του αν καταπιεί εκείνη εκεί την ώρα,
» όμως φυλάει μες στην καρδιά το πάθος του, ως να πάρει
» στερνά μιά μέρα γδικιωμό. Μόν τήρα αν θα με σώσεις. »
Και τότε ο φτερουγόποδος τ' απάντησε Αχιλέας
« Άφοβα πες και θαρρετά τί προφητιά κατέχεις.        85
» Τι νά ! μα το μυριάκριβο του Δία γιο, που, Κάρχα,
» περικαλιέσαι εσύ και λες της μοίρας τα γραμμένα,
» άντρας κανείς, εγώ όσο ζω κι' έχω ανοιχτά τα μάτια,
» στο τάζω, χέρι φονικό δε σου σηκώνει εσένα
» εδώ στον κάμπο, ουδέ κι' αφτόν αν πεις τον Αγαμέμνο        90
» που απ' όλους πρώτος βασιλιάς παινιέται εδώ πως είναι. »
Τότες πια θάρρεψε ο βαθύς προφήτης και τους είπε
« Δεν τούλειψε εκατοβοδιά, τάμα όχι ξεχασμένο,
» μόνη αφορμή 'ναι ο λειτουργός π' αδίκησε ο αφέντης,
» τι απόρριψε την ξαγορά και του βαστάει την κόρη.        95
» Για τούτο ο Φοίβος συφορές μας έστειλε, κι' ακόμα
» θα στείλει· και τη φονικιά πανούκλα δε θα πάψει
» πριν πάλε του πατέρα της τη μαβρομάτα κόρη
» απλέρωτη αξαγόραστη την ξαναδώκει πίσω,
» πριν στείλουμε εκατοβοδιά και του θεού στη Χρύσα.        100

接下来是后200行

最新喜欢:

跨境电商运营iMjmJ.Com跨境电商运营...
沙发#
发布于:2009-12-01 02:23
» Τότ' ίσως μαλακώσει πια και ξανασάνουμ' όλοι. »
Είπε κι' αφτός και κάθησε. Και τότε ο Αγαμέμνος
τ' Ατρέα ο γιος σηκώθηκε, ο δυνατός αφέντης,
αφρίζοντας, κι' απ' το θυμό τα μάβρα σωθικά του
φουσκώναν, κι' έχυνε φωτιές το μάτι του και σπίθες.
Του Κάρχα πρώτα τούρηξε μιά άγρια ματιά και τούπε        105
« Κακομηνήτη, πρόσχαρο ποτές δε μούπες λόγο !
» Πάντα αγαπάει δυσάρεστα να προφητέβει ο νους σου,
» κι' ένα καλό μήτ' έκανες, μήτ' είπες στη ζωή σου.
» Τώρα στ' ασκέρι πάλι ομπρός λαλείς και προφητέβεις
» πως τάχα τόσες συφορές για αφτό τους στέλνει ο Φοίβος,        110
» τι εγώ στην πλούσια ξαγορά δεν έστερξα της κόρης,
» που κάλια αυτή τον πύργο μου να μου στολίζει θέλω.
» Ναι, κι' απ' τ' απάρθενό μου εγώ τήνε προκρίνω τέρι,
» την Κλυταιμήστρα, τι μαθές χειρότερη δεν είναι
» στα κάλλη, μήτε στο κορμί, στη γνώση, και στα χέρια.        115
» Μα κι' έτσι πίσω πρόθυμα τη δίνω αν είναι ανάγκη·
» δε θέλω εγώ να χάνεται, μόν να σωθεί ο στρατός μας.
» Κάνα άλλο εμένα όμως πρεσβιό κοιτάξτε να μου βρείτε,
» αμέσως τώρα ! Τεριαστό δεν είναι εγώ μονάχα
» έτσι να μένω. Και θαρρώ αφτό το βλέπετ' όλοι,
» πως η δική μου τώρα η νια μισέβει σ' άλλα χέρια. »        120
Μα τότε ο φτερουγόποδος τ' απάντησε Αχιλέας
« Τ' Ατρέα ξακουσμένε γιε, αχόρταγ' αρχηγέ μας,
» πώς άλλο να σου δώσουν θες πρεσβιό τα παληκάρια;
» Δεν ξέρω πουθενά πολύ αμοίραγό μας πράμα.
» Δοθήκανε όσα πήραμε πατώντας τόσες χώρες,        125
» κι' είναι ντροπής απ' το λαό ξανά να μαζωχτούνε.
» Μόν άσ' την τώρα εσύ τη νιά στο Φοίβο, και κατόπι
» διπλά θα σ'τα πλερώσουμε και τρίδιπλα αν ο Δίας
» φέρει έτσι και κουρσέψουμε κάνα άλλο πλούσιο κάστρο. »
Τότες του κάνει ο δυνατός αφέντης Αγαμέμνος        130
« Μη δα εσύ πούσαι γνωστικός, θεόμορφε Αχιλέα,
» καμώνεσαι έτσι, κι' έφκολα δε με γελάς, δεν πείθεις.
» Ή τη δική σου τάχα νια για νάχεις στην καλύβα,
» με θες να κάθουμαι έτσι εγώ μ' εδώ αδιανά τα χέρια
» κι' αφτή μού λες στον τόπο της ναν τήνε στείλω πίσω;
» Καλά, αν μου δώσουν τα παιδιά καμιά άλλη ομορφοπούλα,        135
» τέτια όπως μου ποθεί η καρδιά, ισάξια αφτής που χάνω·
» αλλιώς, μονάχος τότε εγώ πηγαίνω και του Αία
» ή τη δική σου παίρνω νιά, ή του Δυσσέα ακόμα
» θα πάω να πάρω... κι' έπειτα ας χολοσκάει που πάθει !
» Όμως αφτά κι' άλλη φορά τα ξαναμελετάμε·        140
» τώρα ένα ελάτε ας ρήξουμε στη θάλασσα καράβι,
» κράξτε και νάφτες διαλεχτούς, βάλτε τα βόδια μέσα,
» βάλτε και την κρινόθωρη του Χρύσα θυγατέρα,
» και καπετάνιος ένας μας ας σύρει απ' τους αρχόντους,
» ο Αίας είτε ο Δομενιάς είτε ο σοφός Δυσσέας,        145
» ή εσύ, τ' αψύτερο κορμί απ' όλους, Αχιλέα,
» για να μερώσεις το θεό με των σφαχτών την τσίκνα. »
Τότες τον χαμοκοίταξε και τούπε ο Αχιλέας
« Ώχου μου αδιαντροπρόσωπε, κορμί με δίχως πίστη,
» πώς λες θ' ακούσει πρόθυμα το λόγο σου κανείς μας        150
» κι' ή σ' ανοιχτό πια πόλεμο θα τρέξει ή σε καρτέρι;
» Τι εγώ δεν ήρθα απ' αφορμή των ασπιστάδων Τρώων
» να πολεμήσω εδώ, γιατί δε μούφταιξαν εμένα·
» μήτ' άλογα μου μ' άρπαξαν ποτές τους μήτε βόδια,
» μήτ' έκαψαν μου τα σπαρτά και τα βαθιά περβόλια        155
» κάτου στη Φτιά, γιατί πολλά στη μέση μας χωρίζουν,
» θες κορφοβούνια απλόσκιωτα θες θάλασσα αφρισμένη·
» μόν για δικό σου διάφορο, ξαδιάντροπε, εγώ βγήκα
» μαζί σου, για να βρεις εσύ, κακόσουρτε, απ' τους Τρώες
» κι' ο αδερφός σου ξεζημιά. Αφτά δεν τα θυμάσαι,        160
» μόν τ' αψηφάς! Και τώρα δα με φοβερίζεις κιόλας
» να πάρεις με το χέρι σου την κόρη, που για κείνη
» αίμα έφτυσα και που ο στρατός μούχει χαρίσει εμένα.
» Ίσο μ' εσένα μερτικό ποτές μου δεν κερδίζω
» κάθε που πάρουμε καμιά των Τρώων πλούσια χώρα·
» μόν όθενε αίμας και σπαθί, νά! ετούτα εδώ τα χέρια        165
» δουλέβουν πρώτα, μα αν γενεί και μοιρασά, εσύ παίρνεις
» τα πιο πολλά, με λίγο εγώ, χωρίς παράπονο όμως,
» πίσω γυρνάω, κι' ας έλιωσα τους Τρώες πολεμώντας.
» Και τώρα φέβγω! τι πολύ πιο βολετό να σύρω
» καλιά μου με τους λόχους μου, τι αψήφιστος το βλέπω        170
» εδώ πως δε θα μάσω βιός και θησαβρό μεγάλο. »
Τότες του λέει ο δυνατός αφέντης Αγαμέμνος
« Ώρα καλή σου αν σ' έπιασε πόθος να πας ! Για μένα
» δε σου προσπέφτω, μη θαρρείς, να μείνεις· έχω κι' άλλους
» εδώ βοηθούς μου, μάλιστα το βαθυγνώστη Δία.        175
» Απ' όλους πιο σε μάχουμαι τους αρχηγούς εσένα,
» τι πάντα θες λογοτριβές, θες φόνους και πολέμους.
» Τάχα μου αν είσαι δυνατός, αν παλικαροσύνη
» κάνας θεός σε προίκισε, στη Φτιά, αν ορίζεις, σύρε
» μ' όλο σου το στρατό μαζί, και πρόσταξε όσο θέλεις
» τους Μυρμιδόνες· ειδέ εγώ δε νιάζουμαι αν θυμώνεις,        180
» δεν τρέμω αν φέβγεις. Κι' άκουσε το λόγο που σου κραίνω·
» μιάς πίσω και μου τη ζητάει τη Χρυσοπούλα ο Φοίβος,
» μ' αθρώπους και καράβι μου εγώ θαν του τη στείλω,
» μα στο καλύβι σου θαρθώ κι' ατός μου θα σου πάρω
» τη νιά σου, τη ροδόσταχτη Βρισούλα, για να μάθεις        185
» σαν πόσο εγώ σε ξεπερνώ, να τρέμει ακόμα κι' άλλος
» όμιος μου εμένα έτσι ανοιχτά να μου προβάλνει κι' ίσος.»
Είπε, κι' εκείνος άναψε ν' ακούσει τέτιο λόγο,
και του διπλόφερε η καρδιά στα λογγωμένα στήθια,
ή να τραβήξει απ' το μερί το κοφτερό λεπίδι,        190
να αναστατώσει τη βουλή, το βασιλιά να σφάξει,
ή να σωπάσει την καρδιά και το θυμό να πνίξει.
Μα εκεί π' αφτά τ' ανάδεβε μες στης καρδιάς τα βάθια
κι' όξω απ' τη θήκη γύμνωνε τη σπάθα, νά τη ! φτάνει
η Αθηνά οχ τον ουρανό, τι στάλθηκε απ' την Ήρα,        195
που συλλογή ίση και των διό τους είχε κι' ίση αγάπη.
Και στέκει πίσω του, του αρπάει τα καστανά μαλλιά του,
σ' αφτόν μονάχα φανερή, ανέφαντη στους άλλους.
Σάστισε εκείνος και γυρνάει, και ξάφνου αναγνωρίζει
την Αθηνά που ξάστραφταν τα φοβερά της μάτια.        200
Και κράζοντάς την της λαλεί διό φτερωμένα λόγια
« Κόρη του Δία σκιαχτερή, γιατί ήρθες τώρα πάλι ;
» μη θες να δεις την αψηφιά του βασιλιά Αγαμέμνου ;
» Εγώ 'να λόγο θα σου πω που ίσως τον δεις να γίνει·
» σα γλήγορα οι περφάνιες του στον Άδη θαν τον πάνε. »        205
Τότες τ' απάντησε η θεά, του Δία η θυγατέρα
« Ήρθα οχ τον ουρανόνε εγώ να πάψω το θυμό σου,
» αν θες ν' ακούσεις, κι' η θεά μ' έχει σταλμένα η Ήρα,
» που συλλογή ίση και των διό σας έχει κι' ίση αγάπη.
» Μον έλα πάψε ! κι' άσ' τη εκεί τη σπάθα στο φηκάρι.        210
» Μα αν θες με λόγια, στόλισ' τον όσο ζητά η καρδιά σου,
» γιατί το λόγο που θα πω θαν τόνε δεις να γίνει·
» για αφτή την προσβολή διπλά και τρίδιπλα μιά μέρα
» δώρα θα λάβεις· μοναχά βαστάξου κι' άκουσέ μας.»
板凳#
发布于:2009-12-01 02:26
» Τότ' ίσως μαλακώσει πια και ξανασάνουμ' όλοι. »
Είπε κι' αφτός και κάθησε. Και τότε ο Αγαμέμνος
τ' Ατρέα ο γιος σηκώθηκε, ο δυνατός αφέντης,
αφρίζοντας, κι' απ' το θυμό τα μάβρα σωθικά του
φουσκώναν, κι' έχυνε φωτιές το μάτι του και σπίθες.
Του Κάρχα πρώτα τούρηξε μιά άγρια ματιά και τούπε        105
« Κακομηνήτη, πρόσχαρο ποτές δε μούπες λόγο !
» Πάντα αγαπάει δυσάρεστα να προφητέβει ο νους σου,
» κι' ένα καλό μήτ' έκανες, μήτ' είπες στη ζωή σου.
» Τώρα στ' ασκέρι πάλι ομπρός λαλείς και προφητέβεις
» πως τάχα τόσες συφορές για αφτό τους στέλνει ο Φοίβος,        110
» τι εγώ στην πλούσια ξαγορά δεν έστερξα της κόρης,
» που κάλια αυτή τον πύργο μου να μου στολίζει θέλω.
» Ναι, κι' απ' τ' απάρθενό μου εγώ τήνε προκρίνω τέρι,
» την Κλυταιμήστρα, τι μαθές χειρότερη δεν είναι
» στα κάλλη, μήτε στο κορμί, στη γνώση, και στα χέρια.        115
» Μα κι' έτσι πίσω πρόθυμα τη δίνω αν είναι ανάγκη·
» δε θέλω εγώ να χάνεται, μόν να σωθεί ο στρατός μας.
» Κάνα άλλο εμένα όμως πρεσβιό κοιτάξτε να μου βρείτε,
» αμέσως τώρα ! Τεριαστό δεν είναι εγώ μονάχα
» έτσι να μένω. Και θαρρώ αφτό το βλέπετ' όλοι,
» πως η δική μου τώρα η νια μισέβει σ' άλλα χέρια. »        120
Μα τότε ο φτερουγόποδος τ' απάντησε Αχιλέας
« Τ' Ατρέα ξακουσμένε γιε, αχόρταγ' αρχηγέ μας,
» πώς άλλο να σου δώσουν θες πρεσβιό τα παληκάρια;
» Δεν ξέρω πουθενά πολύ αμοίραγό μας πράμα.
» Δοθήκανε όσα πήραμε πατώντας τόσες χώρες,        125
» κι' είναι ντροπής απ' το λαό ξανά να μαζωχτούνε.
» Μόν άσ' την τώρα εσύ τη νιά στο Φοίβο, και κατόπι
» διπλά θα σ'τα πλερώσουμε και τρίδιπλα αν ο Δίας
» φέρει έτσι και κουρσέψουμε κάνα άλλο πλούσιο κάστρο. »
Τότες του κάνει ο δυνατός αφέντης Αγαμέμνος        130
« Μη δα εσύ πούσαι γνωστικός, θεόμορφε Αχιλέα,
» καμώνεσαι έτσι, κι' έφκολα δε με γελάς, δεν πείθεις.
» Ή τη δική σου τάχα νια για νάχεις στην καλύβα,
» με θες να κάθουμαι έτσι εγώ μ' εδώ αδιανά τα χέρια
» κι' αφτή μού λες στον τόπο της ναν τήνε στείλω πίσω;
» Καλά, αν μου δώσουν τα παιδιά καμιά άλλη ομορφοπούλα,        135
» τέτια όπως μου ποθεί η καρδιά, ισάξια αφτής που χάνω·
» αλλιώς, μονάχος τότε εγώ πηγαίνω και του Αία
» ή τη δική σου παίρνω νιά, ή του Δυσσέα ακόμα
» θα πάω να πάρω... κι' έπειτα ας χολοσκάει που πάθει !
» Όμως αφτά κι' άλλη φορά τα ξαναμελετάμε·        140
» τώρα ένα ελάτε ας ρήξουμε στη θάλασσα καράβι,
» κράξτε και νάφτες διαλεχτούς, βάλτε τα βόδια μέσα,
» βάλτε και την κρινόθωρη του Χρύσα θυγατέρα,
» και καπετάνιος ένας μας ας σύρει απ' τους αρχόντους,
» ο Αίας είτε ο Δομενιάς είτε ο σοφός Δυσσέας,        145
» ή εσύ, τ' αψύτερο κορμί απ' όλους, Αχιλέα,
» για να μερώσεις το θεό με των σφαχτών την τσίκνα. »
Τότες τον χαμοκοίταξε και τούπε ο Αχιλέας
« Ώχου μου αδιαντροπρόσωπε, κορμί με δίχως πίστη,
» πώς λες θ' ακούσει πρόθυμα το λόγο σου κανείς μας        150
» κι' ή σ' ανοιχτό πια πόλεμο θα τρέξει ή σε καρτέρι;
» Τι εγώ δεν ήρθα απ' αφορμή των ασπιστάδων Τρώων
» να πολεμήσω εδώ, γιατί δε μούφταιξαν εμένα·
» μήτ' άλογα μου μ' άρπαξαν ποτές τους μήτε βόδια,
» μήτ' έκαψαν μου τα σπαρτά και τα βαθιά περβόλια        155
» κάτου στη Φτιά, γιατί πολλά στη μέση μας χωρίζουν,
» θες κορφοβούνια απλόσκιωτα θες θάλασσα αφρισμένη·
» μόν για δικό σου διάφορο, ξαδιάντροπε, εγώ βγήκα
» μαζί σου, για να βρεις εσύ, κακόσουρτε, απ' τους Τρώες
» κι' ο αδερφός σου ξεζημιά. Αφτά δεν τα θυμάσαι,        160
» μόν τ' αψηφάς! Και τώρα δα με φοβερίζεις κιόλας
» να πάρεις με το χέρι σου την κόρη, που για κείνη
» αίμα έφτυσα και που ο στρατός μούχει χαρίσει εμένα.
» Ίσο μ' εσένα μερτικό ποτές μου δεν κερδίζω
» κάθε που πάρουμε καμιά των Τρώων πλούσια χώρα·
» μόν όθενε αίμας και σπαθί, νά! ετούτα εδώ τα χέρια        165
» δουλέβουν πρώτα, μα αν γενεί και μοιρασά, εσύ παίρνεις
» τα πιο πολλά, με λίγο εγώ, χωρίς παράπονο όμως,
» πίσω γυρνάω, κι' ας έλιωσα τους Τρώες πολεμώντας.
» Και τώρα φέβγω! τι πολύ πιο βολετό να σύρω
» καλιά μου με τους λόχους μου, τι αψήφιστος το βλέπω        170
» εδώ πως δε θα μάσω βιός και θησαβρό μεγάλο. »
Τότες του λέει ο δυνατός αφέντης Αγαμέμνος
« Ώρα καλή σου αν σ' έπιασε πόθος να πας ! Για μένα
» δε σου προσπέφτω, μη θαρρείς, να μείνεις· έχω κι' άλλους
» εδώ βοηθούς μου, μάλιστα το βαθυγνώστη Δία.        175
» Απ' όλους πιο σε μάχουμαι τους αρχηγούς εσένα,
» τι πάντα θες λογοτριβές, θες φόνους και πολέμους.
» Τάχα μου αν είσαι δυνατός, αν παλικαροσύνη
» κάνας θεός σε προίκισε, στη Φτιά, αν ορίζεις, σύρε
» μ' όλο σου το στρατό μαζί, και πρόσταξε όσο θέλεις
» τους Μυρμιδόνες· ειδέ εγώ δε νιάζουμαι αν θυμώνεις,        180
» δεν τρέμω αν φέβγεις. Κι' άκουσε το λόγο που σου κραίνω·
» μιάς πίσω και μου τη ζητάει τη Χρυσοπούλα ο Φοίβος,
» μ' αθρώπους και καράβι μου εγώ θαν του τη στείλω,
» μα στο καλύβι σου θαρθώ κι' ατός μου θα σου πάρω
» τη νιά σου, τη ροδόσταχτη Βρισούλα, για να μάθεις        185
» σαν πόσο εγώ σε ξεπερνώ, να τρέμει ακόμα κι' άλλος
» όμιος μου εμένα έτσι ανοιχτά να μου προβάλνει κι' ίσος.»
Είπε, κι' εκείνος άναψε ν' ακούσει τέτιο λόγο,
και του διπλόφερε η καρδιά στα λογγωμένα στήθια,
ή να τραβήξει απ' το μερί το κοφτερό λεπίδι,        190
να αναστατώσει τη βουλή, το βασιλιά να σφάξει,
ή να σωπάσει την καρδιά και το θυμό να πνίξει.
Μα εκεί π' αφτά τ' ανάδεβε μες στης καρδιάς τα βάθια
κι' όξω απ' τη θήκη γύμνωνε τη σπάθα, νά τη ! φτάνει
η Αθηνά οχ τον ουρανό, τι στάλθηκε απ' την Ήρα,        195
που συλλογή ίση και των διό τους είχε κι' ίση αγάπη.
Και στέκει πίσω του, του αρπάει τα καστανά μαλλιά του,
σ' αφτόν μονάχα φανερή, ανέφαντη στους άλλους.
Σάστισε εκείνος και γυρνάει, και ξάφνου αναγνωρίζει
την Αθηνά που ξάστραφταν τα φοβερά της μάτια.        200
Και κράζοντάς την της λαλεί διό φτερωμένα λόγια
« Κόρη του Δία σκιαχτερή, γιατί ήρθες τώρα πάλι ;
» μη θες να δεις την αψηφιά του βασιλιά Αγαμέμνου ;
» Εγώ 'να λόγο θα σου πω που ίσως τον δεις να γίνει·
» σα γλήγορα οι περφάνιες του στον Άδη θαν τον πάνε. »        205
Τότες τ' απάντησε η θεά, του Δία η θυγατέρα
« Ήρθα οχ τον ουρανόνε εγώ να πάψω το θυμό σου,
» αν θες ν' ακούσεις, κι' η θεά μ' έχει σταλμένα η Ήρα,
» που συλλογή ίση και των διό σας έχει κι' ίση αγάπη.


接下来是一部分语音压缩包
地板#
发布于:2009-12-01 02:29
» Μον έλα πάψε ! κι' άσ' τη εκεί τη σπάθα στο φηκάρι.        210
» Μα αν θες με λόγια, στόλισ' τον όσο ζητά η καρδιά σου,
» γιατί το λόγο που θα πω θαν τόνε δεις να γίνει·
» για αφτή την προσβολή διπλά και τρίδιπλα μιά μέρα
» δώρα θα λάβεις· μοναχά βαστάξου κι' άκουσέ μας.»
Και τότε ο φτερουγόποδος της απαντά Αχιλέας        215
« Ας γίνει ο λόγος σας, θεά ! κι' ας είμαι έτσι πνιγμένος
» απ' το θυμό κατάκαρδα, τι πιο καλά να γίνει·
» αν τους θεούς ακούς, κι' αφτοί σού συχνακούν τον πόθο.»
Έτσι είπε, και σταμάτησε τη σταλωμένη χούφτα
πας στ' αργυρό σπαθόχερο και μέσα στο φηκάρι
έσπρωξε πάλι το σπαθί, με δίχως ν' απιθήσει        220
στον ορισμό της Αθηνάς. Και του Διός η κόρη
πίσω πετάει στον Έλυμπο, στου Δία τα παλάτια,
εκεί να σμίξει τους θεούς και τις θεές τις άλλες.
Κι' εκείνος τότες ξαναρχής γυρνάει στον Αγαμέμνο
με τις βλαστήμιες, κι' ο θυμός δεν τόνε παραιτούσε
« Ά κρασοζάλιστο κορμί που σκύλας έχει μάτια,        225
» μα τ' αλαφιού καρδιά! ποτές δε σου βαστάει εσένα
» να βγεις μαζί με το στρατό τους Τρώες να χτυπήσεις,
» ή μετά μάς τους αρχηγούς σαν πάμε σε καρτέρι·
» χάρος αφτό σου φαίνεται στο νου σου και λαχτάρα.
» Α ναί, πολύ καλύτερα ν' αρπάζεις τις γυναίκες
» μες στο πλατύ στρατόπεδο, κανείς σα σε πειράξει.        230
» Ναί! λαοφάγος βασιλιάς, γιατί δειλούς ορίζεις·
» αλλιώς, αφτή σου η αρπαγή θα σούταν κι' η στερνή σου.
» Μα άκου το λόγο που θα πω, τον όρκο που θ' αμώσω.
» Μά ετούτο τα ραβδί που πια ποτές κλωνιά και φύλλα
» δε βγάζει μιάς και κόπηκε απ' τον κορμό στο λόγγο,        235
» μήτ' άθια, γιατί τούφαγε τη φλούδα και τα φύλλα
» τριγύρω ο κοφτερός χαλκός, και τώρα το κρατάνε
» στα χέρια οι δημογέροντες και στ' όνομα του Δία
» δικάζουν το λαό, κι' αφτόν βαρύ τον έχουν όρκο,
» ναι θάρθει μέρα οι Δαναοί ν' αποθυμήσουν όλοι        240
» τον Αχιλέα· τότε εσύ και μ' όλο σου τον πόνο
» δε θα μπορείς, σ' το λέω, καμμιά βοήθια ναν τους δώκεις,
» σαν πέφτουνε απ' του Έχτορα το χέρι αλωνισμένοι,
» και μες στα στήθια σου η καρδιά θα λαχταράει, θα λιώνει
» που ντρόπιασες το πιο γερό των Αχαιών κοντάρι.»
Είπε, και χάμου το ραβδί αγριόθυμος τινάζει        245
με χρυσοκάρφια κεντητό, κι' έπειτα πάει καθίζει.
Κι' εκείθε ο άλλος φρένιαζε. Τότες πετιέται ολόρθος
ο χρυσολάλος Νέστορας με τη γλυκιά τη γλώσσα,
που κι' από μέλι τούχυνε φωνή πιο ζαχαρένια.
Είχε ιδομένες διό γενιές ως τότες να περάσουν        250
στην Πύλο, που γεννήθηκαν κι' αντρώθηκαν στα χρόνια
πριν τα δικά του, κι' όριζε τότες γενιά των τρίτων.
Αφτός με λόγια γνωστικά τους μίλησε έτσι κι' είπε
« Ώ τί κακό που πλάκωσε μεγάλο την πατρίδα!
» Πώς θα πετάξει απ' τη χαρά ο Πρίαμος κι' οι γιοί του,        255
» πόσο και κάθε Τρώϊκη ψυχή θ' αναγαλλιάσει,
» να θε τα μάθουν όλα αφτά, πως τρώγεστε έτσι οι διό σας,
» εσείς που πρώτοι στο σπαθί και στη βουλή είστε πρώτοι!
» Μα να μ' ακούστε· και τους διό σάς ξεπερνάω στα χρόνια.
» Γιατί στη νιότη μου έσμιξα εγώ με θεριομάχους        260
» καλύτερούς σας, μα ποτές αφτοί δε μ' αψηφούσαν.
» Γιατί σαν τέτιους ήρωες δεν είδα ακόμα, μήτε
» θα δω σαν ένα βασιλιά Καινιά, σαν ένα Δρύα,
» σαν το δεινό Πολύφημο, τον Ξάδη, τον Περίθο,
» σαν το Θησιά λες πούμιαζε θεός απ' τα ουράνια.        265
» Είταν εκείναι οι πιο γεροί της γης παλικαράδες·
» γεροί είτανε και με γερούς χτυπιούνταν, με βουνήσα
» θεριά, κι' ο κόσμος σάστισε το πώς τα ξεκληρούσαν.
» Μ' αφτούς τότε έσμιξα κι' εγώ σαν έφτασα οχ την Πύλο,
» πέρα από τόπο μακρινό, τι μ' έκραξαν μονάχοι.        270
» Και πολεμούσα τότε εγώ στο μέρος τα δικό μου·
» όμως δε θρέφει τώρα η γης θνητό που θα μπορούσε
» να βγει μ' εκείνα τα θεριά. Τέτιοι ήρωες εμένα
» στις συβουλές μου πρόσεχαν, τα λόγια μου αγρικούσαν.
» Μα λέω ακούστε με κι' εσείς και δε θα μετανιώστε.
» Κι' εσύ μην παίρνεις, άκου με, κι' ας δύνεσαι, την κόρη,        275
» παρά άσ' την μιάς και δόθηκε στον Αχιλιά απ' τους άντρες·
» πάλε όμως με το βασιλιά κι' εσύ να λογοφέρνεις
» μη θέλεις του Πηλιά εσύ γιε, κι' αντίμαχος να στέκεις.
» Ίσοι δεν είμαστε όλοι μας του βασιλιά που ο Δίας
» τον δόξασε και κυβερνάει βαστώντας το ραβδί του.
» Αν είσαι παλικάρι εσύ, θέϊσσα αν έχεις μάννα,        280
» μα σούναι αφτός ανότερος, τι πιο πολλούς ορίζει.
» Μα έλα, Αγαμέμνο, πάψε εσύ ! Ναι, χάρη σ' το γυρέβω,
» μη το θυμό του, ας άναψε, συνεριστείς, που πάντα
» σαν κάστρο αυτός ασάλεφτο μας στέκει στους πολέμους.»
Τότες του λέει ο δυνατός αφέντης Αγαμέμνος        285
« Ναι, γέροντα, όλα γνωστικά τα μίλησες και δίκια.
» Μα αφτός εδώ να πάντα του πρωτιά γυρέβει απ' όλους.
» σ' όλους μας θέλει κεφαλή, σ' όλους να στέκει αφέντης,
» σ' όλους να δίνει προσταγές, και πιός θα τα σηκώσει ;
» Κι' αν οι αθάνατοι θεοί τον κάνανε αντριωμένο,        290
» για αφτό και πρέπει προσβολές να ξεστομά απ' τη γλώσσα ;»
Μα τότες τον αντίσκοψε και τούπε ο Αχιλέας
« Άναντρο αλήθια θάμουνα κορμί και τιποτένιο,
» αν πάντα ναι σου φώναζα, μόλις το στόμα ανοίξεις·
» σ' άλλους παράγγελνέ τα αφτά, δεν είναι αφτά για μένα!        295
» Μα ετούτο ακόμα θα σου πω κι' εσύ στο νου σου βάλ' το.        297
» Τ' άρματα δε θα πάρω εγώ να χτυπηθώ μαζί σου,
» μ' εσένα εδώ είτε κι' άλλο σας. κανένα, για την κόρη,
» τι εσείς τη δώκατε κι' εσείς την παίρνετε μου πίσω·
» μα απ' τ' άλλα πούχω στο γοργό και μάβρο μου καράβι

另一部分语音压缩包
4#
发布于:2009-12-01 02:33
简要对这个朗读的问题说几句:

1. 这是目前欧洲语言最佳的人工语音合成引擎acapela所朗读的效果
其中的希腊语组已接近真人水准

2. 朗读软件是panopreter 所以一开始是panopreter网站的广告

3. 因为毕竟是电脑,所以一些缩写无法读出,像ki' 始终都被读成kappa iota

4. 行数也被一并读出

除了以上两个缺点之外,这个人工语音几乎可以说发音接近完美。强烈推荐各位找不到希腊语老师的学习者使用
fanqx1978
青铜十字骑士
青铜十字骑士
5#
发布于:2010-12-07 23:11
语言下不下来,是什么原因?
游客

返回顶部